Ascultă Radio Poema

sâmbătă, 2 iunie 2018

Iorgos Seferis - Pantum, traducere Adina V., Adrian Vizireanu



Stelele păstrează doar o lume a lor,
flăcări se scurg peste-o barcă pribeagă,
de verigi tu mă scapă și nopțile lor,
amaro,-n lumini, tu, pioasă, mă leagă.

Flăcări se scurg peste-o barcă pribeagă,
străină și-ngustă stă noaptea în cer, 
amaro-n lumini, tu, pioasă, mă leagă -
ce lege te strânge, ah, suflet stingher.

Străină și-ngustă stă noaptea în cer,
în bezna mătăsii lumina s-a stins,
ce lege te strânge, ah, suflet stingher,
și ce vei rămâne când timpul ți-e scris.

În bezna mătăsii lumina s-a stins,
doar clinchetul clipei se-aude prin zori,
și ce vei rămâne când timpul ți-e scris
de tace zeița ce fulgeră-n nori.

Doar clinchetul clipei se-aude prin zori,
un turn de metal, durere și patimi,
de tace zeița ce fulgeră-n nori,
nimeni, nici visul nu-ți varsă azi lacrimi.

Un turn de metal, durere și patimi,
clipa se-nalță-n tăiș meteoric,
nimeni, nici visul nu-ți varsă azi lacrimi,
te-ncing rădăcini cu șerpi de-ntuneric.

Clipa se-nalță-n tăiș meteoric,
știi tu de pacea urmează să fie?
te-ncing rădăcini cu șerpi de-ntuneric,
fericire și cer n-au cum sa fie.

Știi tu de pacea urmează să vie?
când oameni închiși plâng durerile lor,
fericire și cer n-au cum să fie,
stelele păstrează doar o lume a lor.

traducere Adina Velcea și Adrian Vizireanu


Παντουμ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ

Τ’ αστέρια κρατούν έναν κόσμο δικό τους
στο πέλαγο σέρνουν φωτιές τα καράβια
ψυχή μου λυτρώσου απ’ τον κρίκο του σκότους
πικρή φλογισμένη που δέεσαι μ’ ευλάβεια.

Στο πέλαγο σέρνουν φωτιές τα καράβια
η νύχτα στενεύει και στέκει σαν ξένη
πικρή φλογισμένη που δέεσαι μ’ ευλάβεια
ψυχή μου γνωρίζεις ποιος νόμος σε δένει.

Η νύχτα στενεύει και στέκει σαν ξένη
στο μαύρο μετάξι τα φώτα έχουν σβήσει
ψυχή μου γνωρίζεις ποιος νόμος σε δένει
και τι θα σου μείνει και τι θα σ’ αφήσει.

Στο μαύρο μετάξι τα φώτα έχουν σβήσει
ακούγονται μόνο του χρόνου τα σείστρα· 
και τι θα σου μείνει και τι θα σ’ αφήσει
αν τύχει κι ανάψει βουβή πολεμίστρα.

Ακούγονται μόνο του χρόνου τα σείστρα
μετάλλινη στήλη στου πόνου την άκρη
αν τύχει κι αστράψει η βουβή πολεμίστρα
ούτε όνειρο θά ʼβρεις να δώσει ένα δάκρυ.

Μετάλλινη στήλη στου πόνου την άκρη
ψηλώνει η στιγμή σα μετέωρο λεπίδι
ούτε όνειρο θά ʼβρεις να δώσει ένα δάκρυ
στο πλήθος σου το άυλο που σφίγγει σα φίδι.

Ψηλώνει η στιγμή σα μετέωρο λεπίδι
σαν τι να προσμένει να πέσει η γαλήνη;
στο πλήθος σου το άυλο που σφίγγει σα φίδι
δεν είναι ο ουρανός μηδέ αγγέλου ευφροσύνη.

Σαν τι να προσμένει να πέσει η γαλήνη;
Σ’ ανθρώπους κλειστούς που μετρούν τον καημό τους
δεν είναι ουρανός μηδέ αγγέλου ευφροσύνη
τ’ αστέρια κρατούν έναν κόσμο δικό τους.


Niciun comentariu:

Trimiteți un comentariu